Μία ένωση του τύπου (II) όπου (α) σημαίνει ένα υπόλειμμα δισθενούς βενζολίου το οποίο είναι μη-υποκατεστημένο ή υποκατεστημένο από έναν ή δύο πρόσθετους υποκατάστατες ανεξάρτητα επιλεγμένους από κατώτερο αλκύλιο, αλο-κατώτερο αλκύλιο, υδροξυ-κατώτερο αλκύλιο, κατώτερο αλκοξυ-κατώτερο αλκύλιο, ακυλοξυ-κατώτερο αλκύλιο, φαινύλιο, υδροξυ, κατώτερο αλκοξυ, υδροξυ-κατώτερο αλκοξυ, κατώτερο αλκοξυ-κατώτερο αλκοξυ, φαινυλ-κατώτερο αλκοξυ, κατώτερο αλκυλκαρβονυλοξυ, αμινο, μονο(κατώτερο αλκυλ)αμινο, δι(κατώτερο αλκυλ)αμινο, μονο(κατώτερο αλκενυλ)αμινο, δι(κατώτερο αλκενυλ)αμινο, κατώτερο αλκοξυκαρβονυλαμινο, κατώτερο αλκυλκαρβονυλαμινο, υποκατεστημένο αμινο όπου οι δύο υποκατάστατες επί αζώτου σχηματίζουν μαζί με το άζωτο ετεροκυκλύλιο, κατώτερο αλκυλοκαρβονύλιο, καρβοξυ, κατώτερο 15 αλκοξυκαρβονύλιο, κυανό, αλογόνο, και νίτρο, ή όπου δύο γειτονικοί υποκατάστατες μπορούν να είναι μεθυλενοδιοξυ, ή ένα υπόλειμμα δισθενούς πυριδίνης (Ζ = Ν) το οποίο είναι μη-υποκατεστημένο ή υποκατεστημένο πρόσθετα από κατώτερο αλκύλιο, κατώτερο αλκοξυ, κατώτερο αλκοξυ-κατώτερο αλκοξυ, αμινο, προαιρετικά υποκατεστημένο από έναν ή δύο υποκατάστατες επιλεγμένους από κατώτερο αλκύλιο, κατώτερο αλκενύλιο και αλκυλκαρβονύλιο, αλο-20 κατώτερο αλκύλιο, κατώτερο αλκοξυ-κατώτερο αλκύλιο, ή αλογόνο, R1 σημαίνει υδρογόνο, κατώτερο αλκυλκαρβονύλιο, υδροξυ-κατώτερο αλκύλιο ή κυανο-κατώτερο αλκύλιο, και R2 σημαίνει μία ομάδα επιλεγμένη από: (β), (γ) και (δ), ή φαρμακευτικώς παραδεκτά άλατα αυτών.A type (II) compound where (a) means a residuum of branched benzene which is not substituted or substituted by one or two additional substitutes independently selected of lower alkyl,Halo-lower alkyl,hydroxy-lower alkyl,lower alkoxy-lower alkyl,Acyloxy-lower alkyl,phenyl,hydroxy,lower alcohol,hydroxy-lower alkoxy,lower alkoxy-lower alkoxy,phenyl-lower alkoxy,lower alkylcarbonyloxy,amino,mono(lower alkyl)amino,di(lower alkyl)amino,only(lower alkenyl)amino,di(lower alkenyl)amino,lower alkoxycarbonylamine,lower alkylca